Μιά φορά κι ενα καιρό, κάπου σε εναν κήπο ήταν ενα νεράντζι.
Ενα χέρι το έκοψε και το 'βαλε μεσα σε σακκούλα μαζί με άλλα 36 απο το ίδιο δένδρο. Επάνω του είχε κι εναν λαθρεπιβάτη.
Η σακκούλα ταξίδεψε σε άλλη πόλη και εκεί το νεράντζι βαρέθηκε να περιμένει να δει τι θα γίνει. Αφού άρχισε να φωνάζει "ρε τι θα γίνει με εμάς, τι θα μας κάνουν;"
Αλλα τα υπόλοιπα νεράντζια το είχαν ρίξει σε ύπνο βαθύ και μερικά ονειρεύονταν κιόλας μια κυβέρνηση σύριζα με βασικό μισθό χίλια τετρακόσα τόσα. Μερικά ονειρεύονταν να πέσουν στα χέρια μεγάλου Γάλλου σεφ. Ωραίο πράγμα τα όνειρα. Καλά που είχε μια νεραντζούλα δίπλα του και τη φλέρταρε αν και αυτη ήταν ανένδοτη. "Γλυκό θα μας κάνουν κι εσυ θες να γαμήσεις ;" Πάντα πιο ρεαλίστριες οι γυναίκες. Ολο πονοκέφαλο έχουν, δικαιολογίες.
Οι μέρες περνάγανε και τα φύλλα άρχισαν να χαλάνε, οπότε το ίδιο χέρι έπιασε και τα έβγαλε ολα τα νεράντζια απο τη σακκούλα έξω. Καθάρισε τα φύλλα κι έπιασε να τα τρίβει για να βγεί το εξωτερικό της φλούδας. Επιτέλους και τα είχε πιάσει μια φαγούρα τόσο καιρό μεσα στη σακκούλα στριμωγμένα.
Υπομονετικά περίμενε τη σειρά του για ξύσιμο.
Στο τέλος όλα τα νεράντζια ήταν ξυσμένα και μοιάζαν με κεφάλια κουρεμένων αντρών σε στρατόπεδο συγκέντρωσης.
Μετά, ενα μαχαίρι έκοψε τις άκρες των νεραντζιών και χάραξε τις φλούδες τους κάθετα για να ακολουθήσει πλήρες γδύσιμο εν μέσω τσιρίδων γιατι ο γυμνισμός στην νεραντζοχώρα ήταν κάτι σοκαριστικό εκτός αν ήσουν σε διακοπές.
Το εσωτερικό πετάχτηκε, θεός σχωρέσ'το.
Οι φλούδες τυλίχτηκαν και μετά τις διαπέρασε μία μία ή και δύο μαζί μιά αιχμηρή οδοντογλυφίδα απο αυτές σε μέγεθος ακόντιου για αγώνες στίβου πεταλούδων.
Αφου τρυπηθήκανε ολα, ήταν ώρα για ενα δροσερό μπανάκι.
Σε μία λεκάνη μέσα, σκεπάστηκαν με νερό και μπήκαν στο ψυγείο για 24 ώρες.
Ενδιάμεσα, τους άλλαξαν το νερό δύο φορές. Για φρεσκάδα.
Το μπανάκι στην πισίνα ψυγείου έληξε την επόμενη μέρα και μία ωρα μετά, άλλαξαν πισίνα σε μία μεταλλική με νερό ζεστό και όλο πιο ζεστό μέχρι να βράσουν για κανα 15λεπτο.
Στο μεταξύ χαμός, κάθε νεράντζι έψαχνε να βρει τα κομμάτια του, χάνει το παιδί τη μάνα που λένε. Μπέρδεμα και στρίμωγμα, μετά τη δροσιά το κάψιμο και ευτυχώς που ήρθε η ωρα να βγούν απο το ζεστό μπανάκι και να τους αφαιρεθεί η οδοντογλυφίδα. Ανάσαναν με ανακούφιση αποκαμωμένα και ξάπλα σαν δεκαθλητές μετά τα 1.500 μέτρα.
Το πρόγραμμα είχει ενα ακόμα μπανάκι προσφορά, σε κατσαρόλα με 2 ποτήρια νερό και 3 ζάχαρη. Κι ενα χυμό λεμονιού, δεν ξέρω γιατί.
Σε χαμηλή φωτιά βράσανε καμμια ωρα και βάλε μέχρι να δέσει το σιρόπι.
Απομένει να μπούν σε αποστειρωμένα βάζα και μετά ενας θεός ξέρει πότε οι περιπέτειες του νεραντζιού μας θα τελειώσουν.
Οπως κατάλαβες φίλε έφτιαξα γλυκό νεράντζι και η παραπάνω ιστορία ειναι η συνταγή. Αμα θες φτιάξε κι εσύ, άμα δε θες, άσε ενα σχόλιο αποκάτω, εγω πάω για ύπνο.
Αν δεν το φτιάξεις, τότε θα χαρώ να ξέρω πως γέλασες λιγάκι.
Ενα χέρι το έκοψε και το 'βαλε μεσα σε σακκούλα μαζί με άλλα 36 απο το ίδιο δένδρο. Επάνω του είχε κι εναν λαθρεπιβάτη.
Η σακκούλα ταξίδεψε σε άλλη πόλη και εκεί το νεράντζι βαρέθηκε να περιμένει να δει τι θα γίνει. Αφού άρχισε να φωνάζει "ρε τι θα γίνει με εμάς, τι θα μας κάνουν;"
Αλλα τα υπόλοιπα νεράντζια το είχαν ρίξει σε ύπνο βαθύ και μερικά ονειρεύονταν κιόλας μια κυβέρνηση σύριζα με βασικό μισθό χίλια τετρακόσα τόσα. Μερικά ονειρεύονταν να πέσουν στα χέρια μεγάλου Γάλλου σεφ. Ωραίο πράγμα τα όνειρα. Καλά που είχε μια νεραντζούλα δίπλα του και τη φλέρταρε αν και αυτη ήταν ανένδοτη. "Γλυκό θα μας κάνουν κι εσυ θες να γαμήσεις ;" Πάντα πιο ρεαλίστριες οι γυναίκες. Ολο πονοκέφαλο έχουν, δικαιολογίες.
Οι μέρες περνάγανε και τα φύλλα άρχισαν να χαλάνε, οπότε το ίδιο χέρι έπιασε και τα έβγαλε ολα τα νεράντζια απο τη σακκούλα έξω. Καθάρισε τα φύλλα κι έπιασε να τα τρίβει για να βγεί το εξωτερικό της φλούδας. Επιτέλους και τα είχε πιάσει μια φαγούρα τόσο καιρό μεσα στη σακκούλα στριμωγμένα.
Υπομονετικά περίμενε τη σειρά του για ξύσιμο.
Στο τέλος όλα τα νεράντζια ήταν ξυσμένα και μοιάζαν με κεφάλια κουρεμένων αντρών σε στρατόπεδο συγκέντρωσης.
Μετά, ενα μαχαίρι έκοψε τις άκρες των νεραντζιών και χάραξε τις φλούδες τους κάθετα για να ακολουθήσει πλήρες γδύσιμο εν μέσω τσιρίδων γιατι ο γυμνισμός στην νεραντζοχώρα ήταν κάτι σοκαριστικό εκτός αν ήσουν σε διακοπές.
Το εσωτερικό πετάχτηκε, θεός σχωρέσ'το.
Οι φλούδες τυλίχτηκαν και μετά τις διαπέρασε μία μία ή και δύο μαζί μιά αιχμηρή οδοντογλυφίδα απο αυτές σε μέγεθος ακόντιου για αγώνες στίβου πεταλούδων.
Αφου τρυπηθήκανε ολα, ήταν ώρα για ενα δροσερό μπανάκι.
Σε μία λεκάνη μέσα, σκεπάστηκαν με νερό και μπήκαν στο ψυγείο για 24 ώρες.
Ενδιάμεσα, τους άλλαξαν το νερό δύο φορές. Για φρεσκάδα.
Το μπανάκι στην πισίνα ψυγείου έληξε την επόμενη μέρα και μία ωρα μετά, άλλαξαν πισίνα σε μία μεταλλική με νερό ζεστό και όλο πιο ζεστό μέχρι να βράσουν για κανα 15λεπτο.
Στο μεταξύ χαμός, κάθε νεράντζι έψαχνε να βρει τα κομμάτια του, χάνει το παιδί τη μάνα που λένε. Μπέρδεμα και στρίμωγμα, μετά τη δροσιά το κάψιμο και ευτυχώς που ήρθε η ωρα να βγούν απο το ζεστό μπανάκι και να τους αφαιρεθεί η οδοντογλυφίδα. Ανάσαναν με ανακούφιση αποκαμωμένα και ξάπλα σαν δεκαθλητές μετά τα 1.500 μέτρα.
Το πρόγραμμα είχει ενα ακόμα μπανάκι προσφορά, σε κατσαρόλα με 2 ποτήρια νερό και 3 ζάχαρη. Κι ενα χυμό λεμονιού, δεν ξέρω γιατί.
Σε χαμηλή φωτιά βράσανε καμμια ωρα και βάλε μέχρι να δέσει το σιρόπι.
Απομένει να μπούν σε αποστειρωμένα βάζα και μετά ενας θεός ξέρει πότε οι περιπέτειες του νεραντζιού μας θα τελειώσουν.
Οπως κατάλαβες φίλε έφτιαξα γλυκό νεράντζι και η παραπάνω ιστορία ειναι η συνταγή. Αμα θες φτιάξε κι εσύ, άμα δε θες, άσε ενα σχόλιο αποκάτω, εγω πάω για ύπνο.
Αν δεν το φτιάξεις, τότε θα χαρώ να ξέρω πως γέλασες λιγάκι.